Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης: Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στην προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα

                

Άλλοτε σε σκαμνί, το πιο πολύ, επειδή είναι κουραστικό· άλλοτε πάλι, πιο σπάνια, σε στρωσίδι προσωρινά, για κάποια άνεση. Πρέπει το κάθισμά σου αυτό να γίνεται με υπομονή, όπως λέει ο Απόστολος: «Να επιμένετε καρτερικά στην προσευχή»(Κολ. 4, 2), και να μην αδημονείς και σηκώνεσαι γρήγορα από τον οδυνηρό κόπο και τη νοερή φωνή και το αδιάκοπο σφίξιμο του νου. Γιατί λέει ο Προφήτης: «Με έπιασαν πόνοι σαν τη γυναίκα που γεννάει»(Ησ. 21, 3).

Αλλά σκύβοντας κατω και μαζεύοντας το νου μεσα στην καρδιά, αν βέβαια αυτή έχει ανοιχθεί, να επικαλείσαι τον Κύριο Ιησού να έρθει να σε βοηθήσει. Αν και θα κουραστούν οι ώμοι σου και συχνά θα πονά το κεφάλι σου, εσύ να έχεις καρτερία σ' αυτά με φιλοπονία και έρωτα, ζητώντας μέσα στην καρδιά σου τον Κύριο. «Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ' όσους βιάζουν τον εαυτό τους, και αυτοί την αρπάζουν»(Ματθ. 11, 12).

Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπέδειξε αληθινά να επιμένομε σ' αυτά και σ' αυτούς τους κόπους. Γιατί η υπομονή και η καρτερία σε όλα είναι που γεννούν τους κόπους και του σώματος και της ψυχής.

Πώς πρέπει να λέμε την ευχή
Οι Πατέρες είπαν ως εξής. Άλλος λέει: "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με", ολόκληρο. Άλλος το μισό: "Ιησού Υιέ του Θεού ελέησόν με", το οποίο είναι ευκολότερο για την αδυναμία του νου. Γιατί ούτε μπορεί κανείς αφεαυτού να επικαλεστεί μυστικά τον Κύριο Ιησού(Α΄ Κορ. 12, 3) μόνος χωρίς τη χάρη του Πνεύματος —τούτο μόνο με το Άγιο πνεύμα γίνεται καθαρά και τέλεια—, αλλά είναι σαν παιδί που ακόμη ψελλίζει, μην μπορώντας να αρθρώσει την ευχή ολοκληρωμένα. Δεν πρέπει όμως να αλλάζει συχνά τις επικλήσεις των ονομάτων από ραθυμία, αλλά αραιά για να εξασφαλίζεται η συνέχεια. Άλλοι τώρα διδάσκουν να λέμε την ευχή με το στόμα, και άλλοι με το νου. Εγώ λέω και με τα δύο. Γιατί άλλοτε αδυνατεί ο νους να τη λέει, από ακηδία, κι άλλοτε το στόμα. Γι' αυτό πρέπει να προσεύχεσαι και με τα δύο, και με το στόμα και με το νου, πλην όμως ήσυχα και ατάραχα, για να μην προκαλεί σύγχυση η φωνή στην αίσθηση και στην προσοχή του νου και εμποδίζει. Ώσπου να συνηθίσει ο νους στο έργο αυτό και να προκόψει και να δεχθεί δύναμη από το πνεύμα, ώστε να εύχεται ολικά και με δύναμη. Τότε πιά δε χρειάζεται να μιλάει με το στόμα —εξάλλου ούτε που μπορεί— αλλά αρκείται μόνο να κάνει ολόκληρη την εργασία με το νου.

Πώς πρέπει να κρατάμε το νου
Κατάλαβε ότι κανείς δεν μπορεί να κρατήσει το νου, αν δεν τον κρατήσει το πνεύμα. Γιατί ο νους είναι ακράτητος, όχι από τη φύση του ως αεικίνητος, αλλά γιατί οικειοποιήθηκε την περιπλάνηση από την αμέλειά μας και συνήθισε σ' αυτήν απ' την αρχή. Με την παράβαση δηλαδή των εντολών Αυτού που μας αναγέννησε, χωριστήκαμε από το Θεό και χάσαμε τη νοερή αίσθηση και ένωση που είχαμε μαζί Του. Αφού ο νους γλίστρησε από κει και χωρίστηκε από το Θεό, σέρνεται παντού σαν αιχμάλωτος. Και δεν είναι δυνατό να σταθεί ο νους με άλλο τρόπο, εκτός αν υποταχθεί στο Θεό και τον σταματήσει Εκείνος και ενωθεί μαζί Του με ευφροσύνη και τον παρακαλεί συνεχώς και με επιμονή και του εξομολογείται κάθε μέρα νοερά όσα φταίει. Και ο Θεός συγχωρεί αμέσως τα πάντα σ' εκείνους που ζητούν και επικαλούνται συνεχώς το άγιο όνομά Του με ταπείνωση και συντριβή. Γιατί λέει ο Ψαλμωδός: «Να εξομολογείστε στον Κύριο και να επικαλείστε το άγιο όνομά Του»(Ψαλμ. 104, 1). Αλλά και η συγκράτηση της αναπνοής με το σφίξιμο του στόματος κρατάει το νου, αλλά μόνο μερικώς και διασκορπίζεται πάλι. Όταν όμως έρθει η ενέργεια της προσευχής, τότε κυρίως αυτή κρατάει το νου κοντά της και τον ευφραίνει και τον απαλλάσσει από την αιχμαλωσία. Εντούτοις καμιά φορά ενώ ο νους προσεύχεται και μένει μέσα στην καρδιά, η διάνοια περιπλανάται και μελετά άλλα. Αυτή δεν υποτάσσεται σε κανέναν, παρά στους τελείους με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, οι οποίοι έφτασαν στην αρρέμβαστη κατάσταση με τη δύναμη του Ιησού Χριστού.

Πώς πρέπει να διώχνουμε τους λογισμούς
Κανείς αρχάριος δε διώχνει ποτέ λογισμό, αν δεν τον διώξει ο Θεός. Μόνο οι δυνατοί μπορούν να τους πολεμήσουν και να τους διώξουν. Αλλά και αυτοί δεν τους διώχνουν μόνοι τους, παρά με τη βοήθεια του Θεού κινούνται και πολεμούν εναντίον τους, όντας ντυμένοι την πανοπλία του Θεού.

Εσύ τώρα, όταν έρχονται οι λογισμοί, να επικαλείσαι πυκνά και επίμονα τον Κύριο Ιησού και θα φύγουν επειδή δεν υποφέρουν την καρδιακή θέρμη που αναπηδά από την προσευχή, φεύγουν σαν να τους καίει φωτιά. «Με το όνομα του Ιησού, λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος, μαστίγωνε τους εχθρούς». Γιατί ο Θεός μας είναι φωτιά που κατακαίει(Δευτ. 4, 24· Εβρ. 12, 29) τη μοχθηρία τους.

Ο Κύριος που είναι ταχύς στο να βοηθεί, θα κάνει αμέσως την εκδίκηση εκείνων που φωνάζουν ολόψυχα προς Αυτόν μέρα και νύχτα(Λουκ. 18, 7). Εκείνος πάλι που δεν έχει ενέργεια προσευχής, τους κατατροπώνει με άλλον τρόπο, κάνοντας όπως ο Μωυσής(Εξ. 17, 11). Σηκώνεται δηλαδή όρθιος και απλώνει τα χέρια και τα μάτια στον ουρανό, και ο Θεός τους τρέπει σε φυγή· έπειτα κάθεται πάλι και εξακολουθεί την προσευχή με επιμονή. Αυτόν τον τρόπο μεταχειρίζεται εκείνος που δεν έχει ακόμη δύναμη προσευχής.

Αλλά κι εκείνος που έχει την ενέργεια της προσευχής, όταν πρόκειται για σωματικά πάθη, δηλαδή την ακηδία και την πορνεία, που είναι τα σκληρά και βαρύτερα πάθη, πολλές φορές σηκώνεται και απλώνει προς τον ουρανό τα χέρια του ζητώντας βοήθεια. Αλλά αυτό το κάνει λίγες φορές, από το φόβο της πλάνης, και πάλι κάθεται στην προσευχή, μην τυχόν του φέρει καμία φαντασία ο εχθρός από ψηλά, παρουσιάζοντάς του ομοίωμα τάχα της αλήθειας.

Γιατί το να είναι ο νους και πάνω και κάτω και στην καρδιά και παντού χωρίς να σφάλλει πουθενά, αυτό είναι ιδίωμα μόνο των καθαρών και των τελείων, οι οποίοι μπορούν να τον φυλάξουν χωρίς βλάβη.

Πώς πρέπει να ψάλλομε
Άλλοι λένε λίγο, άλλοι πολύ, άλλοι καθόλου. Εσύ μήτε πολύ να ψάλλεις, γιατί αυτό φέρνει σύγχυση, μήτε καθόλου, γιατί ακολουθεί χαύνωση και αμέλεια. Μιμήσου εκείνους που ψάλλουν λίγο. Γιατί, όπως λένε οι άσοφοι σοφοί, παν μέτρον άριστον. Η πολλή ψαλμωδία είναι των πρακτικών εξαιτίας της άγνοιάς τους και του κόπου τους. Δεν είναι των ησυχαστών, οι οποίοι αρκούνται να προσεύχονται μόνο στο Θεό μέσα στην καρδιά τους και να απέχουν από νοήματα.

Γιατί κατά τον Ιωάννη της Κλίμακος, ησυχία είναι η απόθεση των νοημάτων και των αισθητών και των νοητών. Γιατί όταν ο νους εξαντλήσει όλη τη δύναμή του στην πολλή ψαλμωδία, τότε θα εξασθενίσει και δε θα μπορέσει να προσεύχεται με ένταση και επιμονή. Το περισσότερο διάστημα της νύχτας, λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος, να το αφιερώνεις στην προσευχή, ενώ στην ψαλμωδία λίγο. Έτσι οφείλεις να κάνεις και συ.

Όταν στο κάθισμά σου δεις ότι ενεργεί μέσα σου η προσευχή και δεν παύει να κινείται μέσα στην καρδιά σου, μην την αφήσεις και σηκωθείς να ψάλλεις, ως τη στιγμή που θα σε εγκαταλείψει αυτή κατ' οικονομίαν Θεού. Γιατί στην περίπτωση αυτή αφήνεις το Θεό μέσα σου και στέκεσαι και του μιλάς απέξω, πέφτοντας από τα ψηλά στα χαμηλά. Εκτός απ' αυτό, φέρνεις και σύγχυση και ταράζεις το νου στη γαλήνη του.

Γιατί η ησυχία κατά το όνομα έχει και την πράξη, γιατί τη διατηρούμε με ειρήνη και γαλήνη. Ο Θεός είναι ειρήνη πέρα από κάθε σύγχυση και κραυγή. Επίσης, πρέπει και η υμνωδία μας να είναι αγγελική σύμφωνα με το μοναχικό μας πολίτευμα, και όχι σαρκική. Γιατί το να ψάλλομε δυνατά, είναι σύμβολο της νοερής κραυγής και μας δόθηκε για τη ραθυμία και απαιδευσία μας, για να επιστρέφομε στα αληθινά.

Σ' εκείνους δηλαδή που δεν γνωρίζουν την προσευχή, η οποία είναι πηγή αρετών κατά τον Ιωάννη της Κλίμακος, και ποτίζει σαν φυτά τις ψυχικές δυνάμεις, σ' αυτούς αρμόζει να ψάλλουν πολύ και χωρίς μέτρο και να έχουν πάντοτε μεγάλη ποικιλία και ποτέ να μη σταματούν, μέχρις ότου από την πολλή και επίπονη πράξη προκόψουν στη θεωρία και βρουν τη νοερά προσευχή να ενεργεί μέσα τους. Γιατί άλλη είναι η πράξη της ησυχίας και άλλη του κοινοβίου.

Ο καθένας εκεί που καλέσθηκε, εκεί ας μένει (Α΄ Κορ. 7, 24), και θα σωθεί. Γι' αυτό φοβούμαι να γράψω, εξαιτίας των πιο αδύνατων, που σε βλέπω να ζεις ανάμεσά τους. Όποιος πάσχει στην προσευχή, σύμφωνα με όσα άκουσε και έμαθε, χάνεται, καθώς δεν έχει άνθρωπο να τον οδηγεί. Ενώ εκείνος που γεύθηκε τη θεία χάρη, οφείλει να ψάλλει με μέτρο, κατά τους Πατέρες, και να ασχολείται τον περισσότερο καιρό με την προσευχή.

Κι όταν τον πιάνει η ραθυμία, να ψάλλει ή να διαβάζει τα πρακτικά κεφάλαια των Πατέρων. Γιατί το πλοίο δε χρειάζεται τα κουπιά όταν ο αέρας φουσκώνει τα πανιά του και ο άνεμος είναι ο κατάλληλος για να σχίζει ανάλαφρα την αλμυρή θάλασσα των παθών, και μόνο όταν σταματήσει το τραβούν με τα κουπιά ή με τη βάρκα.

Αν τώρα κάποιοι προτείνουν με εριστική διάθεση τους αγίους Πατέρες ή μερικούς μοναχούς από εδώ, ότι έκαναν ολονύκτια ορθοστασία και ακατάπαυστη ψαλμωδία, σ' αυτούς δίνομε απόκριση από τις Γραφές, ότι δεν είναι όλα σε όλους τέλεια, επειδή τους λείπει ο ζήλος και στερούνται τη δύναμη.

Αλλά τα μικρά δεν είναι οπωσδήποτε μικρά για τους μεγάλους, και τα μεγάλα για τους μικρούς δεν είναι οπωσδήποτε τέλεια. Ενώ οι τέλειοι τα εκτελούν όλα με ευκολία. Δεν είναι βέβαια πάντοτε όλοι, τώρα ή στην παλιά εποχή, πρακτικοί. Ούτε όλοι βάδισαν ή κράτησαν μέχρι το τέλος τον ίδιο δρόμο. Πολλοί από την πρακτική ήρθαν στη θεωρία και αναπαύθηκαν αφήνοντας τα πάντα και σαββατίζοντας σύμφωνα με τον πνευματικό Νόμο.

Ευφραίνονταν μόνο με το Θεό, χορτασμένοι από τη θεία απόλαυση, και δεν τους επέτρεπε η χάρη να ψάλλουν ή να μελετούν κάτι άλλο· βρίσκονταν πάντοτε σε έκπληξη, μέχρι τον κατάλληλο καιρό, έχοντας φτάσει εν μέρει το τελειότατο απ' ό,τι μπορεί να επιθυμήσει κανείς, σαν προκαταβολή της αιώνιας μακαριότητας.

Άλλοι σώθηκαν αφού παρέμειναν ως το τέλος, μέχρι το θάνατό τους, στο πρακτικό στάδιο, περιμένοντας την ανταπόδοση στον μέλλοντα αιώνα. Μερικοί βεβαιώθηκαν κατά το θάνατό τους και τα σώματά τους ευωδίασαν μετά θάνατον σε ένδειξη της σωτηρίας τους· είχαν βέβαια τη χάρη του βαπτίσματος όπως όλοι, αλλά εξαιτίας της αιχμαλωσίας και της άγνοιας του νου τους δεν την κοινώνησαν μυστικά όσο ήταν ακόμη στη ζωή.

Άλλοι ευδοκιμούν και στα δυο, στην ψαλμωδία και στην προσευχή, και έτσι ζουν, έχοντας πλούσια τη χάρη και αεικίνητη και ποτέ δεν εμποδίζονται από τίποτε. Άλλοι κράτησαν μέχρι τέλους κυρίως την ησυχία, όντας απλοϊκοί, και περιορίζονταν μόνο στην προσευχή, κάνοντας πάρα πολύ καλά, μόνοι ενωμένοι με μόνο το Θεό. Γιατί οι τέλειοι, όπως είπαμε, όλα τα μπορούν με τη χάρη του Χριστού, που τους ενδυναμώνει(Φιλιπ. 4, 13). Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Τί να πω για την κοιλιά, τη βασίλισσα των παθών; Αν μπορέσεις να τη νεκρώσεις και να την κάνεις σαν μισοπεθαμένη, μην υποχωρήσεις. Εμένα, αγαπητέ, με έχει κατακυριέψει και την λατρεύω σαν δούλος της και συνθηκολογημένος μαζί της, αυτή η συνεργός των δαιμόνων και η κατοικία των παθών. Είναι αυτή που προκαλεί την πτώση μας, αλλά και την έγερσή μας όταν πειθαρχεί. Από αυτή έχομε ξεπέσει τόσο από το πρώτο, όσο κι από το δεύτερο θεϊκό μας αξίωμα. Αφού δηλαδή καταστράφηκε το αρχικό θεϊκό αξίωμά μας, ανακαινιστήκαμε πάλι με τη χάρη του Χριστού.

Και να τώρα πάλι έχομε ξεπέσει από το Θεό, επειδή αμελήσαμε τις εντολές που διατηρούν και αυξάνουν τη χάρη με την προκοπή μας, ακόμη κι αν από άγνοια υπερηφανευόμαστε και νομίζομε ότι είμαστε με το Θεό. Τα σώματα έχουν πολλές διαφορές στην τροφή, όπως έχουν πει οι Πατέρες. Άλλος έχει ανάγκη από πολλή τροφή, άλλος από λίγη για τη διατήρηση της φυσικής δυνάμεώς του, κι ο καθένας τρώει ανάλογα με τη δύναμη και τη σωματική του κατάσταση.

Ο ησυχαστής όμως πρέπει να περνά πάντοτε με στέρηση και να μη χορταίνει. Γιατί όταν βαρύνει το στομάχι, θολώνει ο νους και έτσι ούτε την προσευχή μπορεί να λέει δυνατά και καθαρά. Αλλά από τη χώνευση των πολλών φαγητών νυστάζει και θέλει να κοιμηθεί γρήγορα, οπότε πάρα πολλές φαντασίες ορμούν στο νου κατά τον ύπνο. Για εκείνον λοιπόν που θέλει να σωθεί και βιάζει τον εαυτό του για τον Κύριο να ζει ησυχαστικά, αρκεί νομίζω μιά λίτρα ψωμί και τρία ή τέσσερα ποτήρια νερό και κρασί την ημέρα. Από τα φαγητά που βρίσκονται, να τρώει την κατάλληλη ώρα λίγο απ' όλα, χωρίς να χορταίνει.

Ενεργώντας έτσι σοφά στο θέμα αυτό, θα μπορέσει ν' αποφύγει την υπερηφάνεια, αφού θα τρώει απ' όλα, αλλά και δε θα σιχαθεί τα έργα του Θεού, τα "καλά λίαν" (Γεν. 1, 31), και θα τον ευχαριστεί για όλα. Αυτή είναι η διάκριση των φρονίμων. Για τους ασθενείς όμως στην πίστη και στην ψυχή, η αποχή από τα φαγητά είναι συμφερότερη· σ' αυτούς ο Απόστολος παραγγέλλει να τρώνε χορταρικά(Ρωμ. 14, 2), αφού δεν πιστεύουν ότι θα φυλαχθούν από το Θεό.

Τί να σου πω, που ζήτησες κανόνα και βάρος πολύ, ενώ είσαι γέρος; Δεν μπορούν οι νέοι να κρατήσουν με ζύγι και μέτρο, και πώς θα μπορέσεις εσύ; Πρέπει να κρατάς την ελευθερία σου σε όλα, όταν τρώς κάτι. Αν όμως νικιέσαι, να μετανοείς και να ξαναεπιχειρήσεις, και μην πάψεις να κάνεις έτσι πάντοτε, όταν πέφτεις δηλαδή να σηκώνεσαι κατηγορώντας πάντοτε τον εαυτό σου και όχι άλλον, και θα βρεις ανάπαυση, κερδίζοντας σοφά τη νίκη με πτώσεις, κατά τη Γραφή. Αλλά μην παραβαίνεις τον όρο που σου έθεσα και αυτό σου αρκεί. Γιατί τίποτε δε δυναμώνει το σώμα τόσο, όσο το ψωμί και το νερό.

Γι' αυτό έλεγε ο Προφήτης, παραβλέποντας όλα τ' άλλα: «Υιέ ανθρώπου, θα φας το ψωμί σου με το ζύγι και θα πιεις το νερό με μέτρο» (Ιεζ. 4, 16). Το φαγητό έχει τρεις όρους: εγκράτεια, αυτάρκεια και κόρο. Εγκράτεια είναι να πεινάς μετά το φαγητό. Αυτάρκεια είναι μήτε να πεινάς μήτε να νιώθεις βάρος. Κόρος δε, να νιώθεις λίγο βάρος μετά το φαγητό. Να χορτάσεις τώρα, και να συνεχίσεις να τρως, αυτό είναι η θύρα της γαστριμαργίας, από την οποία μπαίνει η πορνεία. Εσύ, έχοντας καλά αυτά υπόψη σου, διάλεξε το κατά τη δύναμή σου καλύτερο, χωρίς να ξεπερνάς τους όρους. Γιατί μόνον οι τέλειοι μπορούν κατά τον Απόστολο και να πεινούν και να χορταίνουν και να είναι σε όλα δυνατοί (Φιλιπ. 4, 12).

Περί πλάνης και διαφόρων ζητημάτων
Πρόσεξε τί θέλω να γνωρίζεις με ακρίβεια περί της πλάνης, ώστε να φυλάγεσαι απ' αυτήν, μην τυχόν από άγνοια πάθεις μέγιστη βλάβη και χάσεις την ψυχή σου. Το αυτεξούσιο του ανθρώπου εύκολα κλίνει σε κοινωνία με τους δαίμονες, και μάλιστα των ανθρώπων εκείνων που δεν έχουν πείρα, και είναι σαν να κυβερνιούνται από αυτούς.

Γιατί κοντά και γύρω στους αρχαρίους και τους ιδιόρρυθμους περιφέρονται οι δαίμονες ετοιμάζοντας παγίδες λογισμών και λάκκους πτώσεων και όλεθρο διά μέσου φαντασιών. Η πόλη τους δηλαδή βρίσκεται κάτω από την εξουσία των βαρβάρων. Και δεν πρέπει να απορούμε αν κάποιος πλανήθηκε, ή έχασε το νου του, ή δέχθηκε ή δέχεται πλάνη, ή βλέπει πράγματα ξένα προς την αλήθεια, ή λέει από απειρία και άγνοια πράγματα που δεν πρέπει.

Γιατί πολλές φορές κάποιος μιλώντας από αμάθεια για την αλήθεια, και λέγοντας χωρίς να καταλάβει άλλ' αντ' άλλων, δε γνωρίζει να πει τα ορθά, κι έτσι τάραξε πολλούς και με την ανοησία του προκάλεσε ντροπή και γέλια σε βάρος των ησυχαστών. Δεν είναι θαυμαστό να πλανηθεί κάποιος αρχάριος και ύστερα από πολλούς κόπους· αυτό έγινε σε πολλούς και τωρινούς και παλιούς που αναζητούσαν το Θεό.

Η μνήμη του Θεού, δηλαδή η νοερά προσευχή, είναι υψηλότερη απ' όλες τις πνευματικές εργασίες. Αυτή είναι η κεφαλή των αρετών, επειδή είναι αγάπη Θεού. Κι εκείνος που θέλει να πλησιάσει στο Θεό με αναίδεια και θρασύτητα, και βιάζεται να τον ομολογεί καθαρά και να τον αποκτήσει μέσα του, εύκολα θανατώνεται από τους δαίμονες αν το επιτρέψει ο Θεός, γιατί ζήτησε με τόλμη και αυθάδεια όσα δεν ταιριάζουν στην κατάστασή του κι επιδίωξε με αλαζονεία να τα επιτύχει πρόωρα.

Πολλές φορές όμως ο Κύριος, ενώ μας βλέπει τολμηρούς στα μεγάλα και υψηλά, μας σπλαχνίζεται και δε μας παραχωρεί στον πειρασμό, για να αντιληφθεί καθένας μόνος του την υπερηφάνειά του και να μετανοήσει προτού γίνει όνειδος και περίγελως των δαιμόνων και άξιος να τον κλαίνε οι άνθρωποι, και μάλιστα εκείνος που επιζητεί με μακροθυμία και ταπείνωση και, το μεγαλύτερο, με υποταγή και ερώτηση των εμπείρων αυτό το θαυμαστό έργο, μην τυχόν αντί σιτάρι θερίσει χωρίς να καταλάβει αγκάθια και αντί γλυκύτητα πίκρα, και αντί σωτηρία βρει την απώλειά του.

Γιατί μόνον οι δυνατοί και τέλειοι μπορούν να μονομαχούν πάντοτε με τους δαίμονες και να υψώνουν εναντίον τους το ξίφος του Πνεύματος, δηλαδή το λόγο του Θεού(Εφ. 6, 17). Οι αδύνατοι και αρχάριοι έχουν σαν οχυρό τους τη φυγή, με ευλάβεια και φόβο, αποφεύγοντας τον πόλεμο και μη τολμώντας πρόωρα, κι έτσι ξεφεύγουν το θάνατο.

Εσύ λοιπόν, αν ησυχάζεις σωστά, προσδοκώντας να είσαι μαζί με το Θεό, ποτέ να μην παραδεχθείς ό,τι και αν δεις αισθητό ή νοερό, εξωτερικά ή εσωτερικά, ακόμα και οπτασία Χριστού, ή δήθεν Αγγέλου, ή μορφή Αγίου, ή να φαντάζεσαι φως με το νου σου ή να δίνεις σ' αυτόν σχήμα. Γιατί κι ο ίδιος ο νους έχει από τη φύση του τη δύναμη της φαντασίας και εύκολα μπορεί να σχηματίζει τις μορφές όσων επιθυμεί, σ' εκείνους που δεν τον προσέχουν ακόμα με ακρίβεια, και προκαλεί βλάβη και στον εαυτό του.

Ακόμη και η μνήμη των αγαθών ή των κακών, συνηθίζει να δίνει ξαφνικά μορφή στην αίσθηση του νου και να οδηγεί στη φαντασία, οπότε ένας τέτοιος γίνεται μόνος του φανταστής και όχι ησυχαστής. Γι' αυτό πρόσεχε μη συγκατατεθείς και πιστέψεις αμέσως κάτι τί, ας είναι και αγαθό, προτού το εξετάσεις πολύ και ρωτήσεις τους έμπειρους, για να μη βλαφθείς. Σ' αυτό το πράγμα να είσαι διστακτικός κρατώντας πάντοτε το νου σου χωρίς χρώμα, χωρίς μορφή, χωρίς σχήμα.

Πολλές φορές κάτι που έστειλε ο Θεός για δοκιμή και ως στεφάνι, πολλούς τους έβλαψε. Γιατί ο Κύριος μας θέλει να δοκιμάζει το αυτεξούσιό μας, προς τα που κλίνει. Εκείνος που είδε κάτι με τη διάνοια ή με την αίσθησή του, ακόμη κι αν προέρχεται από το Θεό, και το δεχθεί χωρίς τη γνώμη των εμπείρων, εύκολα πέφτει ή θα πέσει σε πλάνη ως εύπιστος.

Ο αρχάριος πρέπει να προσέχει στην καρδιακή ενέργεια που είναι απλανής, κι όλα τα άλλα να μην τα παραδέχεται μέχρις ότου ειρηνεύσει από τα πάθη. Γιατί ο Θεός δεν αγανακτεί εναντίον εκείνου που προσέχει με ακρίβεια τον εαυτό του, από το φόβο της πλάνης, ακόμη και αν αυτός δε δεχθεί εκείνο που του έστειλε, χωρίς να ερωτήσει και να ερευνήσει πολύ· μάλλον τον επαινεί ως σοφό, αν και εναντίον μερικών αγανάκτησε.

Δεν πρέπει όμως όλους να τους ερωτά, παρά ένα, που να του έχουν εμπιστευθεί την καθοδήγηση και άλλων και να έχει ζωή που αστράφτει από αρετή, φτωχό αλλά που να κάνει πλούσιους πολλούς, κατά τη Γραφή(Β΄ Κορ. 6, 10). Γιατί πολλοί άπειροι έβλαψαν πολλούς ανόητους, των οποίων θα έχουν το κρίμα μετά θάνατον. Δεν ταιριάζει σ' όλους να οδηγούν άλλους, αλλά σ' εκείνους που δόθηκε η θεία διάκριση, η οποία ονομάζεται από τον Απόστολο "διάκρισις πνευμάτων"(Α΄ Κορ. 12, 10) και ξεχωρίζει το χειρότερο από το καλύτερο με τη μάχαιρα του λόγου.

Ο καθένας έχει δική του γνώση και διάκριση, φυσική ή πρακτική ή από μάθηση, δεν έχουν όμως όλοι τη διάκριση του Πνεύματος. Γι' αυτό έλεγε ο σοφός Σειράχ: «Οι φίλοι σου, με τους οποίους θα ειρηνεύεις, να είναι πολλοί, οι σύμβουλοί σου όμως ένας στους χίλιους»(Σ. Σειρ. 6, 6). Και δεν είναι μικρός ο αγώνας να βρείς οδηγό που δεν πλανάται και στα έργα και στα λόγια και στα νοήματα.

Ο απλανής οδηγός φαίνεται από το αν η ζωή του και η φρόνησή του συμφωνεί με τις μαρτυρίες των θείων Γραφών κι αν είναι μετριόφρων. Και δεν είναι λίγη η βία που χρειάζεται για να φτάσει κανείς φανερά την αλήθεια και να καθαρθεί από ό,τι είναι αντίθετο στη χάρη. Γιατί ο διάβολος συνηθίζει να παρουσιάζει την πλάνη του με το σχήμα της αλήθειας, και μάλιστα στους αρχαρίους, μετασχηματίζοντας τα πονηρά του σχέδια σε πνευματικά.

Γι' αυτό το λόγο, εκείνος που αγωνίζεται να φτάσει στην καθαρή προσευχή, οφείλει να πορεύεται μέσα στην ησυχία, με μεγάλο τρόμο και πένθος και με ερώτηση των εμπείρων για να τον οδηγούν να κλαίει πάντοτε για τις αμαρτίες του, να λυπάται και να φοβάται μήπως κολαστεί ή χάσει το Θεό και χωριστεί από Αυτόν τώρα ή στο μέλλον.

Όταν λοιπόν δει ο διάβολος κάποιον να ζει μέσα στο πένθος, δε μένει εκεί, γιατί δειλιάζει την ταπείνωση που προξενείται από το πένθος. Αν όμως δει κάποιον να φαντάζεται με υπερηφάνεια ότι θα φτάσει τα υψηλά, έχοντας πόθο σατανικό και όχι αληθινό, τότε εύκολα τον πιάνει στα δίχτυα του σαν υπηρέτη του.

Γι' αυτό είναι πολύ μεγάλο όπλο να κρατά κανείς την προσευχή και το πένθος, για να μην πέφτει από τη χαρά της προσευχής στην υπερηφάνεια, αλλά να προτιμά τη χαρμολύπη κι έτσι να μένει αβλαβής. Γιατί η απλανής προσευχή, η θέρμη δηλαδή μαζί με την προσευχή του Ιησού, ο οποίος έβαλε φωτιά στη γη της καρδιάς μας(Λουκ. 12, 49), είναι που κατακαίει τα πάθη σαν αγκάθια και προκαλεί στην ψυχή ευφροσύνη και ιλαρότητα· και αυτή δεν έρχεται ούτε από δεξιά, ούτε από αριστερά, ούτε από πάνω, αλλά αναβλύζει στην καρδιά σαν πηγή νερού από το ζωοποιό πνεύμα. Αυτή μονάχα πόθησε να βρεις και να αποκτήσεις μέσα στην καρδιά σου, κρατώντας πάντοτε το νου σου χωρίς φαντασίες και γυμνό από νοήματα και λογισμούς· και μη φοβάσαι.

Εκείνος που είπε: «Έχετε θάρρος, εγώ είμαι· μη φοβάστε»(Ματθ. 14, 27), Αυτός είναι μαζί μας (τον οποίο παρακαλούμε να μας υπερασπίζει πάντοτε), και δεν πρέπει να δειλιάζομε ή να στενάζομε όταν επικαλούμαστε το Θεό.

Αν τώρα είναι και μερικοί που παρεξέκλιναν και βλάφθηκαν τα μυαλά τους, πρόσεξε ότι το έπαθαν αυτό από ιδιορρυθμία και υψηλοφροσύνη. Γιατί εκείνος που αναζητεί το Θεό με υποταγή και ερώτηση των άλλων και ταπεινοφροσύνη, δε θα βλαφθεί ποτέ, με τη χάρη του Χριστού, ο οποίος θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν(Α΄ Τιμ. 2, 4).

Κι αν συμβεί κάποιος πειρασμός, γίνεται για δοκιμή και στεφάνι και επισύρει γρήγορα τη βοήθεια του Θεού που τον παραχώρησε, με τρόπους που γνωρίζει Αυτός. Εκείνον που ζει ορθά και ενεργεί άμεμπτα και απέχει από ανθρωπαρέσκεια και υψηλοφροσύνη, ακόμη κι αν προκαλέσει εναντίον του αναρίθμητους πειρασμούς όλη η φάλαγγα των δαιμόνων, δε θα τον βλάψει, όπως λένε οι Πατέρες. Εκείνοι όμως που πορεύονται με αυθάδεια και σύμφωνα με τη δική τους κρίση, αυτοί εύκολα υφίστανται βλάβη.

Γι' αυτό ο ησυχαστής πρέπει πάντοτε να κρατά τη βασιλική οδό. Γιατί την υπερβολή στο κάθε τί, συνήθως την ακολουθεί εύκολα η υπερηφάνεια, την οποία διαδέχεται η πλάνη. Να κρατάς την ανάσα του νου, σφίγγοντας λίγο κατά την προσευχή το στόμα, κι όχι την ανάσα της μύτης, όπως κάνουν οι αμαθείς, για να μη βλαφθείς φουσκώνοντας.

Οι αρετές της ησυχίας είναι τρεις, και πρέπει να τις τηρούμε με ακρίβεια και να εξετάζομε κάθε στιγμή αν βαδίζομε διαρκώς στη γραμμή τους, μην τυχόν παρασυρόμαστε από τη λησμοσύνη και βαδίζομε έξω απ' αυτές. Και είναι οι εξής: η εγκράτεια, η σιωπή και η αυτομεμψία, δηλαδή η ταπείνωση. Είναι περιεκτικές αρετές και υποστηρίζουν η μία την άλλη, κι από αυτές γεννιέται η προσευχή κι ολοένα αυξάνει.

Η αρχή της χάρης στην προσευχή παρουσιάζεται σε μερικούς με διάφορες μορφές και με πολλούς τρόπους παρατηρείται και αναγνωρίζεται η κατανομή των χαρισμάτων του Πνεύματος, σύμφωνα με το θέλημά Του, όπως λέει ο Απόστολος(Εβρ. 2, 4), ώστε να φαίνεται και σ' εμάς κατά το παράδειγμα του προφήτη Ηλία του Θεσβίτη(Γ΄ Βασ. 19, 11-12).

Σε μερικούς δηλαδή, έρχεται σαν φοβερός άνεμος που διαλύει βουνά παθών και συντρίβει πέτρες, δηλαδή τις σκληρές καρδιές, έτσι ώστε από το φόβο η σάρκα καθηλώνεται και γίνεται νεκρή. Σε άλλους παρουσιάζεται στην αρχή σαν σεισμός, δηλαδή αγαλλίαμα στα σπλάχνα (το οποίο και σκίρτημα έχουν πει καθαρότερα οι Πατέρες), άυλο και ουσιώδες· γιατί το ανούσιο είναι ανυπόστατο και ανύπαρκτο.

Σε άλλους τέλος, και μάλιστα σ' εκείνους που πρόκοψαν στην προσευχή, ο Θεός ενεργεί σαν απαλή και ειρηνική αύρα φωτός, καθώς μέσα στην καρδιά τους, όπως λέει ο Απόστολος(Εφ. 3, 17), κατοίκησε ο Χριστός και φανερώνεται μυστικά με τη χάρη του Πνεύματος. Γι' αυτό έλεγε ο Θεός στον Ηλία στο όρος Χωρήβ, ότι «ο Κύριος δεν είναι ούτε στο φοβερό άνεμο, ούτε στο σεισμό (δηλαδή στις μερικές ενέργειες των αρχαρίων), αλλά σε απαλή αύρα φωτός, εκεί είναι ο Κύριος»(Γ΄ Βασ. 19, 11-12). Μ' αυτό μας υπέδειξε την τελειότητα της προσευχής.

Τί θα κάνει κανείς όταν ο δαίμονας μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός(Β΄ Κορ. 11, 14) και παραπλανά τον άνθρωπο;

Γι' αυτό έχει ανάγκη ο άνθρωπος από μεγάλη διάκριση, για να γνωρίζει καλά τη διαφορά του καλού και του κακού. Μην παραδέχεσαι λοιπόν γρήγορα τα φαινόμενα από ελαφρότητα, αλλά να μένεις βαρύς και ύστερα από πολλή δοκιμασία να κρατάς το καλό και να απορρίπτεις το κακό(Α΄ Θεσ. 5, 21-22). Οφείλεις να δοκιμάζεις και να διακρίνεις τα πράγματα, και τότε να πιστεύεις.

Πρέπει να γνωρίζεις ότι είναι φανερές οι ενέργειες της χάρης, τις οποίες ο δαίμονας, όσο κι αν μετασχηματίζεται σε άγγελο, δεν μπορεί να σου τις δώσει. Ούτε πραότητα δίνει, ούτε επιείκεια, ούτε ταπείνωση, ούτε μίσος του κόσμου, ούτε παύει τις ηδονές και τα πάθη· αυτά είναι ενέργειες της χάρης. Η ενέργεια του δαίμονα είναι αλαζονεία και υψηλοφροσύνη και δειλία και κάθε κακία. Από την ενέργεια λοιπόν μπορείς να μάθεις αν το φως που έλαμψε στην ψυχή σου είναι από το Θεό ή από το σατανά.

Το μαρούλι είναι όμοιο στην εμφάνιση με την πικραλίδα και το ξίδι όμοιο στο χρώμα με το κρασί, αλλά ο λάρυγγας καταλαβαίνει και διακρίνει τη διαφορά τους από τη γεύση. Έτσι και η ψυχή, αν έχει διάκριση, αναγνωρίζει από τη νοερή αίσθηση τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και τις φαντασίες του σατανά.

--------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Π

Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Πρωὶ καὶ βράδυ βγάζε τὸ κομποσχοινάκι ἀπὸ τὸ χέρι σου καὶ κάνε τις παρακάτω προσευχές




ΠΡΩΙ ΚΑΙ ΒΡΑΔΥ ΒΓΑΖΕ ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΑΚΙ ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ

 ΚΑΙ ΚΑΜΕ ΣΤΟΝ ΚΑΘΕ ΚΟΜΠΟ 

ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ:


Πρωὶ καὶ βράδυ βγάζε τὸ κομποσχοινάκι ἀπὸ τὸ χέρι σου καὶ κάμε στὸν κάθε κόμπο μιὰ ἀπὸ τὶς παρακάτω προσευχές:
01. Μνήσθητι Κύριε υπέρ ειρήνης του κόσμου.
02. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε την Εκκλησία μας και την Ορθοδοξία μας.
03. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τον Επίσκοπο μας και την συνοδεία αυτού.
04. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους απανταχού γης Ορθοδόξους κληρικούς και λαϊκούς.
05. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τον Πνευματικό μας Πατέρα και την συνοδεία αυτού.
06. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τον Ελληνικό Στρατό και τα Σώματα Προστασίας.
07. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους άρχοντες του έθνους μας.
08. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους μισούντας, αγαπώντας και προσευχομένους υπέρ ημών.
09. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους γονείς, αναδόχους και διδασκάλους μας.
10. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους κατά σάρκα και κατά πνεύμα αδελφούς και συγγενείς μας.
11. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τα γηρατειά και τους μοναχικούς ανθρώπους.
12. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τα Βρέφη, τους απροστάτευτους και αδυνάτους.
13. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε την μαθητιώσα νεολαία μας.
14. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους έφηβους νέους και νεανίδες μας.
15. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους ναρκομανείς, αλκοολικούς και καπνίζοντες.
16. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τας συζυγίας των Ορθοδόξων οικογενειών.
17. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τις κυοφορούσες αδελφές μας.
18. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τις χήρες και τα ορφανά.
19. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους εν διαστάσει συζύγους και πειραζομένους αδελφούς και αδελφές μας.
20. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους ασθενείς, ψυχής και σώματος.
21. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους ελεούντας και εργαζομένους των Ί. Μονών και ενοριών.
22. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους ευλαβείς προσκυνητάς των Ί. Μονών και Εκκλησιών.
23. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους πλέοντας, οδοιπορούντας, ιπταμένους, αιχμαλώτους και απελπισμένους.
24. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους πενθούντας και θλιμένους αδελφούς μας.
25. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους δικαστάς και πολιτικούς.
26. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε τους πλανεμένους και βλασφημούντας την Ορθοδοξία μας.
27. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησε μας και δώρησε καιρόν ειρηνικόν.
28. Κύριε Ιησού Χριστέ φύλαξε μας από ασθένεια, οργή, κίνδυνο και φώτιζε τους γιατρούς και νοσοκόμους.
29. Κύριε Ιησού Χριστέ φύλαξε μας από πείνα, ανάγκη και δυστυχία.
30. Κύριε Ιησού Χριστέ φύλαξε μας από καύσωνα, φωτιά και σεισμό.
31. Κύριε Ιησού Χριστέ φύλαξε μας από κατακλυσμό, καταποντισμό και παγετό.
32. Κύριε Ιησού Χριστέ ανάπαυσε και τις ψυχές των πατέρων, μητέρων, αδελφών, συγγενών, πάπων προ πάπων.
33. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν.
(Κάνε καὶ μιὰ μετάνοια μὲ Σταυρὸ στὸ τέλος).

http://panagiamegalohari.gr/%CF%80%CF%81%CF%89%E1%BD%B6-%CE%BA%CE%B1%E1%BD%B6-%CE%B2%CF%81%CE%AC%CE%B4%CF%85-%CE%B2%CE%B3%CE%AC%CE%B6%CE%B5-%CF%84%E1%BD%B8-%CE%BA%CE%BF%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%83%CF%87%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%AC%CE%BA/

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2015

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: "Περί του πώς πρέπει να διάγει ο διακριτικός στην ησυχία"


1. Άκουσε, αγαπητέ, αν θέλης, για να μη αποβούν μάταια τα έργα σου και άκαρπες οι ημέρες σου, στερημένες του κέρδους που ελπίζουν οι διακριτικοί από την ησυχία. Η είσοδός σου σ' αυτήν πρέπει να γίνη με διάκρισι, και όχι με τυπικότητες, για να μη γίνης όπως οι πολλοί· βάλε σκοπό μέσα στην διάνοιά σου, για να κατευθύνης προς αυτόν τα έργα του βίου σου. Ερώτησε αυτούς που γνωρίζουν εκ πείρας περισσότερα και δεν περιορίζονται μόνο στην γνώσι, και μη παύσης να το κάμης, έως ότου γυμνασθής σε όλους τους δρόμους των έργων της ησυχίας. 

Σε κάθε βήμα που κάμεις να εξετάζης, αν βαδίζης στην οδό ή μήπως παρεξέκλινες απ' αυτήν και βαδίζης σε κανένα μονοπάτι έξω από αυτήν. Και να μη πιστεύσης ότι η ακριβής ζωή της ησυχίας τελειώνεται μόνο με τα φανερά έργα.

2. Αν επιθυμής να εύρης κάτι και να το φθάσης με την πείρα σου, πρέπει σε κάθε βήμα που κάμεις να γίνουν σημεία και ενδείξεις μέσα στην ψυχή σου και από αυτά θα γνωρίσης την αλήθεια των πατέρων ή την πλάνη των εχθρών. Ακόμη και αν είναι ολίγα αυτά, αρκούν έως ότου σοφισθής στην οδό σου. Όταν μέσα στην ησυχία βλέπης νοερώς την διάνοιά σου να χειρίζεται ελεύθερα τους δεξιούς λογισμούς, χωρίς να επιβάλλη βία σε κάποιον απ' αυτούς τους λογισμούς, γνώριζε ότι η ησυχία σου είναι σωστή.

3. Επίσης, όταν λειτουργής, αν κατά τις διάφορες φάσεις της προσευχής είσαι όσο το δυνατό μακριά από κάθε μετεωρισμό και ξαφνικά κόβεται ο στίχος στην γλώσσα σου και χύνη προς την ψυχή σου τα δεσμά της σιωπής και αυτά εξακολουθούν να παραμένουν σ' αυτήν παρά την θέλησί της, γνώριζε ότι προοδεύεις στην ησυχία σου και ότι η πραότης άρχισε να διπλασιάζεται μέσα σου. Διότι η απλή ησυχία χωρίς την δικαιοσύνη είναι επίμεμπτη. Η απλή ζωή από τους φιλοσόφους και τους διακριτικούς θεωρείται ως μέλος απομονωμένο και στερούμενο της βοηθείας των άλλων.

4. Αν πάλι βλέπης σε κάθε λογισμό που κινείται μέσα στην ψυχή σου, σε κάθε μνήμη και θεωρία που παρατηρείται κατά την ησυχία σου, να γεμίζουν τα μάτια σου δάκρυα και να βρέχουν ήρεμα τα μάγουλά σου, γνώριζε ότι άρχισε να δημιουργήται φράγμα εμπρός σου για αντίκρουσι των εχθρών.

5. Και αν από καιρό σε καιρό ευρίσκης την διάνοιά σου να βυθίζεται μέσα σου χωρίς καμμιά έκτακτη φροντίδα για τα εξωτερικά και να μένη εκεί για λίγον ή πολύν καιρό, και έπειτα βλέπης τα μέλη σου να είναι σε μεγάλη ατονία και στους λογισμούς σου να βασιλεύη ειρήνη, και αυτή η κατάστασίς σου έχει μεγάλη διάρκεια, γνώριζε ότι άρχισε να επισκιάζη την σκηνή σου η νεφέλη.

6. Εαν όμως, αφού διαμείνης στην ησυχία πολύν καιρό, ευρίσκης στην ψυχή σου λογισμούς που την σχίζουν και την εξουσιάζουν, που την κατατυραννούν όλην την ώρα και οδηγούν την διάνοιά της διαρκώς σε όσα σφάλματα διέπραξε ή στο να επιθυμή να εξετάση τα μάταια, γνώριζε ότι ματαίως κοπιάζεις στην ησυχία και ότι η ψυχή σου ευρίσκεται σε μετεωρισμό. Οι αιτίες που το προκαλούν αυτό προέρχονται σ' αυτήν απ' έξω ή από εσωτερική αμέλεια των καθηκόντων, μάλλον δε από την αμέλεια της αγρυπνίας και της αναγνώσεως. Γι' αυτό ρύθμισε αμέσως την κατάστασί σου.

7. Εάν, όταν εισέλθης σ' αυτές τις ημέρες, δεν ευρίσκης ειρήνη από την ενόχλησι των παθών, να μη εκπλήσσεσαι. Διότι, αν ο κόλπος της γης είναι ζεστός πολλή ώρα μετά το πέρασμα απ' αυτόν των ακτίνων του ηλίου, και επίσης, αν η οσμή των φαρμάκων και του μύρου που χύνεται στον αέρα παραμένη πολλή ώρα πριν διασκορπισθή και αφανισθή, πόσο περισσότερο τα πάθη, που είναι σαν σκύλοι συνηθισμένοι να γλείφουν το αίμα στο σφαγείο, όταν παρεμποδισθούν από την συνηθισμένη λεία τους, στέκονται εμπρός στις θύρες γαβγίζοντας, έως ότου έκλειψη η δύναμις της προηγουμένης συνήθειάς τους;

8. Όταν η αμέλεια αρχίση να εισέρχεται κρυφά στην ψυχή σου και να την στρέφη πίσω στα σκοτεινά, κι' όταν ο οίκος πλησιάζη να σκοτισθή, έρχονται τα παρακάτω τεκμήρια· αισθάνεσαι μέσα σου μυστικά ότι ασθενείς στην πίστι σου και ότι στρέφεσαι περισσότερο προς τα ορατά, ότι η πεποίθησίς σου μειώνεται και ότι ζημιώνεσαι από τον πλησίον σου· όλη η ψυχή, το στόμα και η καρδιά σου είναι γεμάτα μομφή εναντίον κάθε ανθρώπου και κάθε πράγματος, εναντίον όλων εκείνων που συναντάς με τους λογισμούς και τις αισθήσεις, εναντίον του ιδίου του Υψηλού· πτοείσαι από την βλάβη του σώματος, δια της οποίας η μικροψυχία σου σε κυριεύει διαπαντός και βαθμιαίως η ψυχή σου κινείται στον φόβο, ώστε και από την σκιά σου να δειλιάς και να καταπιέζεσαι· διότι εκάλυψες την πίστι με την απιστία· η δε πίστις που αναφέρω εδώ δεν είναι θεμέλιο της ομολογίας των πάντων, αλλά εκείνη η νοητή δύναμις που στηρίζει την καρδιά στο φως της διανοίας και που με την μαρτυρία της συνειδήσεως κινεί στην ψυχή πολλή πεποίθησι προς τον Θεό για να παύση να φροντίζη για τον εαυτό της και να αναθέση την φροντίδα της επάνω στον Θεό, αμέριμνη για όλα.

9. Όταν πάλι προχωρήσης, θα εύρης στην ψυχή σου αυτά τα φανερά σημεία. Δυναμώνεις σε όλα με την ελπίδα και πλουτείς με την ευχή, ποτέ δεν υστερείς σε κέρδη κατά την διάνοια σε όλα όσα συναντάς, αισθάνεσαι την ασθένεια της ανθρωπίνης φύσεως· από το ένα μέρος φυλάσσεσαι από την υπερηφάνεια, από το άλλο πάλι τα μάτια σου καταφρονούν τα ελαττώματα του πλησίον σου. Κυριεύεσαι από την επιθυμία να εξέλθης από το σώμα, για να επιδιώξης αυτά στα οποία πρόκειται να ευρεθούμε στο μέλλον και ευρίσκεις ότι είναι δίκαιες όλες οι θλίψεις που μας συμβαίνουν, που σε συναντούν φανερά και κρυφά. Όλα είναι κοντά σου με κάθε ακρίβεια, μακριά από κάθε οίησι, και πρέπει να προσφέρης για όλα εξομολόγησι και ευχαριστία. Αυτά είναι τα σημεία των αγρύπνων και προσεκτικών, που ζουν με ησυχία και επιθυμούν να φθάσουν στην ακρίβεια της μοναχικής διαγωγής.

10. Οι δε χαύνοι δεν χρειάζονται αυτές τις ενδείξεις για τις ενέδρες των πτώσεων, αφού απέχουν από τις κρυφές αρετές. Όταν κάποιο από αυτά τα σημεία αρχίση να προβάλλη στην ψυχή σου, πρέπει να σκεφθής την ίδια ώρα σε ποιό μέρος άρχισες να παρεκκλίνης. Διότι γνωρίζεις αμέσως ποιας συνοδίας είναι.

Ο Θεός είθε να μας δώση αληθινή γνώσι. Γένοιτο.

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015

Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ο σοφός διδάσκαλος της Εκκλησίας


Ο Όσιος Νικόδημος γεννήθηκε στη Νάξο το έτος 1749 μ.Χ. από γονείς ευσεβείς και ενάρετους, τον Αντώνιο και Αναστασία Καλλιβούρση (η οποία εμόνασε στην Ιερά Μονή Χρυσοστόμου Νάξου, με το όνομα Αγάθη). Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Νικόλαος και από μικρός έδειχνε ότι ήταν άνθρωπος μεγάλης αρετής και φοβερής ευφυΐας. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στη Νάξο και έπειτα στη σχολή της ίδιας πόλης επέκτεινε τις γνώσεις του, με δάσκαλο τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο. Κατόπιν 16 χρόνων πήγε στην Ελληνική σχολή της Σμύρνης, όπου κοντά σε φημισμένους διδασκάλους έλαβε ανώτερη παιδεία και αρετή. Μετά από ορισμένες περιπέτειες, το 1775 μ.Χ. πήγε στο Άγιον Όρος. 

Εκεί, στη Μονή του Άγιου Διονυσίου εκάρη μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Οι Πατέρες της Μονής, που διέκριναν τα μεγάλα φυσικά και επίκτητα χαρίσματα του Νικόδημου, τον διόρισαν αναγνώστη και γραμματέα της Μονής. Στη Μονή αυτή ο Νικόδημος, υπήρξε υπόδειγμα διακονίας και πράξεων αρετής. Έπειτα αποσύρθηκε σε κάποιο κελί, όπου με ασκητικό τρόπο, επιδόθηκε στη μελέτη και συγγραφή πολλών οικοδομητικών, θεολογικών και αγιολογικών βιβλίων. Μεταξύ αυτών είναι ο «Συναξαριστής», το «Εορτοδρόμιον», η «Νέα Κλίμακα», ο «Αόρατος Πόλεμος» και άλλα πολλά.


Τελικά μετά από διάφορες περιπέτειες, που υπέστη στη βραχύχρονη ζωή του, απεβίωσε από ημιπληγία, σε ηλικία 60 χρονών, τις πρώτες ορθρινές ώρες της 14ης Ιουλίου του έτους 1809 μ.Χ. στο κελλί των Σκουρταίων, στις Καρυές του Αγίου Όρους. Τα τελευταία του λόγια ήταν η απάντηση που έδωσε στους μαθητές του όταν τον ρώτησαν αν ησυχάζει: «Τον Χριστό έβαλα μέσα μου και πως να μη ησυχάσω;». Ενταφιάστηκε στο Λαυριωτικό Κελί των Σκουρταίων στις Καρυαίς του Άγιου Όρους, αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο πνευματικό συγγραφικό έργο, που σήμερα αποτελεί κεφάλαιο για τον λαό της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Η Εκκλησία μας επάξια από το έτος 1955 μ.Χ. τον κατέταξε στο Αγιολόγιο της.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Σοφίας χάριτι, Πάτερ κοσμούμενος, σάλπιξ θεόφθογγος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ ἀρετῶν ὑφηγητής, Νικόδημε θεηγόρε, πάσι γὰρ παρέθηκας, σωτηρίας διδάγματα, βίου καθαρότητας, διεκφαίνων τὴν ἔλλαμψιν, τῷ πλούτῳ τῶν ἐνθέων σου λόγων, δι' ὧν ὡς φῶς τῷ κόσμῳ ἔλαμψας.