Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2019

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΧΜΕΤΗ του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη

                                     Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ὁ ἐκ τῆς νήσου Σκιάθου.               
Βρισκόμαστε στη Σκιάθο, την εποχή της τουρκοκρατίας. Ο Κουμπής, ένας από τους προεστούς του χωριού και φίλος του τούρκου ναυάρχου Καραχμέτη, μετά από δεκαπέντε χρόνια στείρου γάμου με τη Σεραϊνώ, φλέγεται από την επιθυμία να αποκτήσει παιδιά. Δεν θέλει όμως να τα κάνει με παλλακίδα, γιατί ξέρει πως «πόρνους και μοιχούς κρινεί ο Θεός». Το σχέδιο του είναι να απαγάγει τη γειτονοπούλα του τη Λελούδα, που είναι «-μόλις τριάντα χρόνων ίσως - ωραία, ροδόπλαστος, σεμνή, ταπεινή, πτωχή και άμεμπτος, απροστάτευτη και πεντάρφανη» και να δωροδοκήσει έναν παπά ή να τον βιάσει με φοβέραν... να τους στεφάνωσει».
Μια μέρα, που φθάνει ο τούρκικος στόλος στο νησί, ο Κουμπής παίρνει με δόλο πάνω στη ναυαρχίδα τη Λελούδα και έναν παπά και γίνεται εκεί ο γάμος. Το γεγονός γιορτάζεται με κανονιοβολισμούς από τη ναυαρχίδα.
 Η Σεραϊνώ, που αγρυπνούσε  στο σπίτι του Κουμπή, άκουσε τους κανονιοβολισμούς και μόνη αυτή τους εξήγησε στην  αληθή σημασία τους.
- «Στερεωμένοι, καλορρίζικοι, ψιθύρισε, σχεδόν άνευ πικρίας. Με γυιους, Κου-
μπή».
Σε λίγο έφθασαν οι νεόνυμφοι στο σπίτι. Η Σεραϊνώ τους υποδέχθηκε, τους ευχήθηκε και ζήτησε από τη Λελούδα το κλειδί για να μείνει στο σπίτι της.


 Η Λελούδα κατένευσε δακρύουσα. Είτα επρόφερε:
- Να με σχωρέσης!
- Σχωρεμένη και βλοημένη να 'σαι, είπεν εν εγκαρτερήσει η πρώην Κουμπίνα.
Το άλλο πρωί ό Κουμπής έκραξε τη γυναίκα και της είπε:
- Σεραΐνα, (έπαυσε πλέον να την ονομάζει Κουμπίνα) πάρε τα ρούχα σου... τα είδη  τ᾿ ατομικά σου, πάρε και καμπόσα δικά μου, όσα θέλεις και σύρε να καθίσεις στο σπίτι σου. Και σε παρακαλώ, όσο μπορείς, να τα 'χεις καλά με την Κουμπίνα.
- Εγώ θα τα 'χω καλά με την νέα Κουμπίνα, όπως τα είχα και με την Λελούδα, απάντησε η απλή ψυχή. Και σε περικαλώ, Κουμπή, να μ' αφήσεις να καθίσω στο σπίτι σου, να σου ανατρέφω τα παιδιά που θα κάμεις.
- Καλά, ο Θεός σε φωτίζει και φέρεσαι έτσι, αγία ψυχή, είπε, μη δυνάμενος να κρατήσει, ο σκληρός, την συγκίνησή του.
Έκτοτε ο Κουμπής ονομάστηκε απ' όλο το χωριό Καραχμέτης, εκ του ονόματος του Τούρκου ναυάρχου...
Λίγους μήνες μετά το γάμο η Λελούδα έκανε ένα φοβερό λάθος. Εξ αιτίας της ό Κουμπής φόρεσε το δικό της χρυσοκέντητο πουκάμισο και πήγε στην εκκλησία. Όταν αντελήφθη τα περίεργα βλέμματα των χωρικών πάνω του «εξήλθε δρομαίως. Εφρύαξε κι έτρεξε με σκοπό και απόφαση  να σκοτώσει την Λελούδα.
Οι δύο γυναίκες... ήσαν έτοιμες να βγουν να πάνε στην εκκλησία. Με ένα βλέμμα η Σεραΐνα εννόησε, άμα είδε τον Κουμπή. Αυτός σήκωσε ήδη την χονδρή και σιδεροκέφαλο ράβδο του εναντίον της Λελούδας.
- Παληοβρώμα!
Η Σεραΐνα έπεσε επάνω στη  ράβδο, στα γόνατα του, στα  πόδια του.
- Έλεος, Κουμπή, έλεος! Δεν το ήθελε η καημένη. Λάθος έκαμε... επάνω στὴ βία της, στη σαστιμάρα της. Δεν πήρε ακόμα τα χούια σου Κουμπή. Σχώρεσέ την για πρώτη φορά, Κουμπή μου, σχώρεσέ την. Έλεος, Κουμπή μου, έλεος!
 Ο Κουμπής εκάμφθη.
Η Σεραΐνα επέζησε δέκα ή δώδεκα έτη, όσα αρκούσαν για ν' αναθρέψει τα τέκνα του Κουμπή. Ανεπαύθη και ετάφη έξωθεν του ναΐσκου του Αγίου Δημητρίου...
Όταν επήγαν μετά τρία έτη να σκάψουν για την ανακομιδή των λειψάνων της, λεπτόν θεσπέσιον άρωμα ως βασιλικού, μόσχου και ρόδου άμα, ανήλθε εις τους μυκτήρας του ιερέως, του σκάπτοντος εργάτου, της Λελούδας και δύο άλλων παρισταμένων γυναικών.
Τα κόκκαλά της είχαν ευωδιάσει.

 Περιληπτική απόδοση
* Το κείμενο λάβαμε με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο 
   από τον κ. Δ. Κ.



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου